Διασφαλίζεται ο ρόλος της κρατικής εποπτείας στο λιμάνι του Πειραιά

Η σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της ΟΛΠ Α.Ε. είναι αποτέλεσμα μιας πορείας, που ξεκίνησε με τη σύμβαση της COSCO το 2008 και εξελίχθηκε στην απόφαση της Κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου για πλήρη ιδιωτικοποίηση και στον φιλικό διακανονισμό του 2013-14. Η συμφωνία που φέρνει σήμερα η κυβέρνηση σίγουρα αποτελεί προϊόν ενός συμβιβασμού της χώρας με τους δανειστές, όπως αποτυπώθηκε πέρσι με τον ν. 4336/2015. Όμως, η συμφωνία που σήμερα προβλέπει για το λιμάνι του Πειραιά μια σαφώς βελτιωμένη πραγματικότητα από αυτή που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη Κυβέρνηση. Τα παραπάνω ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο βουλευτής Κυκλάδων Νίκος Συρμαλένιος, στην ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής, με θέμα το νομοσχέδιο που κυρώνει τη συμφωνία για τον ΟΛΠ. Ο Ν. Συρμαλένιος ανέφερε ότι «οι διαφορές σε σχέση με την παλαιά σύμβαση επικεντρώνονται κυρίως στο ότι η νέα σύμβαση προβλέπει και κυρώνει στη νομοθετική της έκφραση την κυρίαρχη έννοια της παραχώρησης, που διαφέρει ποιοτικά από την πλήρη ιδιωτικοποίηση και η οποία αποτυπώνεται και στον τίτλο αλλά και στον ρόλο του δημοσίου όπως εκφράζεται με τις αδιαμφισβήτητες αρμοδιότητες του Υπουργού και του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, αλλά και όπως αποτυπώθηκε επίσης με τη σύσταση της Δημόσιας Αρχής Λιμένα, που συστάθηκε στον προηγούμενο νόμο, που διασφαλίζει τον ρόλο της κρατικής εποπτείας στο λιμάνι του Πειραιά και στα άλλα λιμάνια της χώρας. Αυτό ακριβώς προσιδιάζει και εναρμονίζεται με την ευρωπαϊκή λιμενική πολιτική που έχει κατοχυρωθεί εδώ και χρόνια ως πολιτική παραχωρήσεων και παραμονή του ελέγχου στο Δημόσιο και την Αυτοδιοίκηση και όχι ως πολιτική αποκρατικοποιήσεων. Διερωτάται, λοιπόν, κανείς, ποια είναι η άποψη της σημερινής Αντιπολίτευσης. Προφανώς, η Νέα Δημοκρατία εξακολουθεί να κινείται στη λογική που είχε ψηφίσει τότε η Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη, η οποία πολύ χαιρέκακα ασκεί κριτική για τη στάση μας, επικεντρώνοντας τα βέλη της και εναντίον του Υπουργού πολύ επισταμένως ο αγορητής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ποια άποψη υποστηρίζει; Τη στάση που υπέγραψε με την Κυβέρνηση Σαμαρά για την πλήρη ιδιωτικοποίηση ή υποστηρίζει την ευρωπαϊκή λιμενική πολιτική των παραχωρήσεων; Δεν έχει γίνει καθόλου σαφές αυτό, διότι σήμερα «πατάει σε δύο βάρκες». Από τη μια πλευρά θέλει να φανεί ότι είναι σε πλήρη αντίθεση και με τον ΣΥΡΙΖΑ και με τη Νέα Δημοκρατία και από την άλλη ουσιαστικά προσχωρεί σε αυτό που είχε υπογράψει και καταχειροκροτείται βεβαίως από τους Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Εδώ θα ήθελα να κάνω μια παρένθεση: Αγαπητοί συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης, επειδή δεν καταφέρατε να καταστήσετε αυτή την Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, των Ανεξαρτήτων Ελλήνων και των Οικολόγων Πράσινων μια «αριστερή παρένθεση» και τώρα ευελπιστείτε για τον επόμενο Σεπτέμβριο, τώρα έχετε στοχοποιήσει καθέναν από τους Υπουργούς αυτής της Κυβέρνησης και κάθε εβδομάδα μας ζητάτε να παραιτηθεί και ένας Υπουργός. Βεβαίως, μας ζητάτε να παραιτηθούμε όλοι μαζί. Δεν θα σας κάνουμε τη χάρη! Και το λέω αυτό, όχι με την έννοια ότι είμαστε κολλημένοι σε κάποια εξουσία και σε κάποιες καρέκλες. Βρεθήκαμε σε αυτή τη θέση για να υπερασπίσουμε τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και θα τα υπερασπίσουμε μέχρι τέλους μέσα από αυτές τις δύσκολες συνθήκες, μέσα από αυτόν τον δύσκολο δρόμο, ο οποίος άνοιξε μετά από την ιστορική νίκη στις 25 Ιανουαρίου 2015, προχώρησε με έναν σκληρό συμβιβασμό και σήμερα προχωράει μετά τη δεύτερη επανεκλογή μας στις 20 Σεπτεμβρίου 2015. Η Συμφωνία, λοιπόν για το λιμάνι του Πειραιά είναι μια άλλη Συμφωνία. Είναι μια Συμφωνία η οποία κέρδισε τρία βασικά ζητήματα -πέραν των άλλων τα οποία έχουν ειπωθεί και δεν θέλω να τα ξαναπώ- που είναι τα εξής: Το πρώτο ζήτημα είναι το ζήτημα του δημόσιου ελέγχου με τη σύσταση και της Δημόσιας Αρχής Λιμένα. Το δεύτερο ζήτημα είναι το ζήτημα της εξαίρεσης της ευρύτερης Ζώνης της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου, της Ζώνης των Λιπασμάτων. Και το τρίτο ζήτημα είναι το θέμα των εργασιακών σχέσεων. Διαμορφώνουμε και εγγυούμαστε καθημερινά ένα σαφές πλαίσιο σεβασμού των εργασιακών σχέσεων και εγγυούμαστε τις θέσεις εργασίας των εργαζομένων στα λιμάνια και στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη. Μας κάνατε κριτική για τις μετατάξεις. Και λέει η κ. Κεφαλογιάννη: «Αν οι Κινέζοι δεν χρειαστούν τους εργαζόμενους, ποιο θα είναι το κόστος για το Δημόσιο;». Δηλαδή τι αντιπροτείνετε, κυρία Κεφαλογιάννη; Να πεταχτούν στον δρόμο αυτοί οι εργαζόμενοι, εάν δεν τους πάρει το Δημόσιο; Δηλαδή οι μετατάξεις για εσάς έπρεπε να είναι απολύσεις; Και επίσης, ένα τελευταίο θέλω να πω, επειδή έγινε πολύ μεγάλη κουβέντα για την επιστολή της COSCO. Πραγματικά, αναρωτιόμαστε γιατί με τέτοια επίταση ζητούσε ο Εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να έλθει στην Αίθουσα εκπρόσωπος της COSCO, όταν σε όλες τις συζητήσεις που γίνονται για συμβάσεις ποτέ δεν καλείται εκπρόσωπος εταιρείας, αλλά καλούνται μόνο εκπρόσωποι των φορέων. Τι κρύβεται πίσω από αυτή την επιμονή;»