Σχετικά με την επένδυση στην Ίο


Το τελευταίο διάστημα μετά από αλλεπάλληλα δημοσιεύματα, καταγγελίες, απόψεις διαμαρτυρίες, ήλθε στο προσκήνιο το θέμα της μεγάλης τουριστικής επένδυσης στην περιοχή Διακοφτό – Κουμπάρα της Ίου.

Πρόκειται πράγματι για μια μεγάλη επένδυση τουριστικών καταλυμμάτων με 200 περίπου κλίνες, προϋπολογισμού 30 εκατομμυρίων ευρώ.

Το μεγάλο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί δεν είναι αν τελικά η επένδυση πρέπει ή όχι να γίνει, αλλά με ποιούς όρους, προϋποθέσεις και κατά πόσον τελικά θα ωφελήσει την τουριστική ανάπτυξη του νησιού ή αντίθετα με τις παρεμβάσεις που έχουν εγκριθεί, θα δημιουργήσει καταστροφικές αλλοιώσεις στο φυσικό περιβάλλον και στη φυσιογνωμία του.

Αιτία πρώτη αυτού του προβληματισμού είναι η μέχρι σήμερα εμπειρία από το βίο και την πολιτεία του μεγαλοεπιχειρηματία που έχει τα τελευταία 10 χρόνια αγοράσει περίπου το 30 % της έκτασης του νησιού και το γεγονός ότι σε άλλες περιοχές εκτός του χώρου της εν λόγω επένδυσης, φέρεται να έχει προχωρήσει σε αυθαίρετη διάνοιξη δρόμων, σε αποκλεισμό παραλιών, σε καταπάτηση υγρότοπου, σε περιβαλλοντικές αλλοιώσεις κλπ.

Αιτία δεύτερη, το γεγονός ότι δεν πρόκειται απλώς για μια μεγάλη τουριστική επένδυση που θα τονώσει το τουριστικό ρεύμα υψηλού εισοδήματος και ταυτόχρονα θα αυξήσει σημαντικά και την απασχόληση στο νησί, αλλά για μια επένδυση που με τις άδειες που έχει εξασφαλίσει δεν κατασκευάζονται απλώς πολυτελή και σύγχρονα καταλύμματα μιας ενιαίας μονάδας πέντε αστέρων, αλλά αδειοδοτούνται και σοβαρές παρεμβάσεις στον αιγιαλό με κατασκευή προβλήτων, τεχνητών παραλιών καθώς και σύνδεση μέσω γέφυρας μεταξύ της νησίδας και της χερσονήσου της Κουμπάρας, εξασφαλίζοντας έτσι και την πρόσβαση οχημάτων.

Εδώ βεβαίως θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί  ότι όλες οι άδειες για την έγκριση της επένδυσης, αξιοποιώντας και την περί fast truck νομοθεσία του 2011 και 2012, είχαν ολοκληρωθεί πλήρως πρίν από τις 25/1/2015, δηλαδή πριν από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από την κυβέρνηση μας. Ουσιαστικά οι κρίσιμες αδειοδοτήσεις και κυρίως οι εγκρίσεις των περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) είχαν υπογραφεί από τον τότε υπουργό Γ. Μανιάτη, ενώ πλειάδα άλλων υπουργών και υπηρεσιακών παραγόντων διοίκησης και αυτοδιοίκησης είχαν δώσει το πράσινο φώς. Το μόνο που εγκρίθηκε τώρα στις 19/12/15 με την ΚΥΑ Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ναυτιλίας είναι η χρήση αιγιαλού και παραλίας, φυσικά στα πλαίσια των υφιστάμενων συνταγματικών και νομοθετικών διατάξεων.

Νομιμοποιεί πολιτικά η συγκεκριμένη χρονική καταγραφή και η εξέλιξη των πραγματικών δεδομένων, την ΚΥΑ της 19/12/15 των τριών υπουργών της δικής μας κυβέρνησης, που ανοίγει το δρόμο για υλοποίηση της επένδυσης;

Προσωπικά θα έλεγα όχι. Αλλωστε αυτή είναι και η ουσία των όσων είχαμε υποστηρίξει ως αντιπολίτευση μαζί με τον τότε συνάδελφο Απ. Αλεξόπουλο στην Ερώτηση μας στη βουλή ζητώντας εξηγήσεις για τις διαδικασίες έγκρισης των αδεοδοτήσεων.

Πέραν όμως από τις πολιτικές αποφάσεις, που σαφώς αποτελούν προϊόν των εκάστοτε πολιτικών συσχετισμών, υπάρχουν και άλλα ζητήματα που παίζουν καθοριστικό χαρακτήρα σε μια διαμορφωμένη κατάσταση. Θα μπορούσαν π.χ. να παρακαμφθούν νομικά και με ποιό κόστος οι όποιες ρήτρες ακύρωσης της επένδυσης; Στη βάση ποιού πολιτικού αντίκτυπου θα μπορούσε να ληφθεί μια τέτοια απόφαση μέσα σε μια απόλυτα δύσκολη πολιτική και οικονομική συγκυρία. Με ποιά επιπλέον στήριξη της τοπικής κοινωνίας, που δεν υπήρξε, θα μπορούσε να ληφθεί μια τέτοια απόφαση. Η αντίδραση του Συνδέσμου Ιητών δεν αρκεί για να την εκπροσωπήσει.

Συμπερασματικά λοιπόν, θεωρώ ότι δεν έγιναν οι καλλίτεροι δυνατοί κυβερνητικοί  χειρισμοί, όμως τούτων δεδομένων, αυτό που πρέπει και μπορεί σίγουρα να γίνει είναι, ο διαρκής έλεγχος τήρησης της νομιμότητας υλοποίησης της επένδυσης μέσω φυσικά των δημόσιων ελεγκτικών μηχανισμών.

Ηδη οι μέχρι τώρα πληροφορίες, δυστυχώς επιβεβαιώνουν ότι η εκτέλεση των έργων ξεκίνησε άρον άρον και μάλιστα μέρες Χριστουγέννων, χωρίς όμως να έχουν εκδοθεί οι κατάλληλες άδειες από την πολεοδομία ή και άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες.

Προφανώς οι υπηρεσίες των αρμόδιων υπουργείων και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν αρχίσει να κινούνται. Το θέμα δεν είναι να σταματήσει η επένδυση, το θέμα είναι να καταλάβουν και οι επενδυτές ότι η Ελλάδα δεν είναι ξέφραγο αμπέλι και ότι υποχρεούνται όλοι να σεβαστούν τη νομιμότητα.